Намалювати στα ελληνικά

Μετάφραση: намалювати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκιαγράφηση, βάφω, διατυπώνω, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ζωγραφίζει
Намалювати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безсмертний στα ελληνικά - αθάνατος, αθάνατο, αθάνατη, αθάνατα, αθάνατες
  • графе στα ελληνικά - μετρώ, κόμης, το γράφημα, η γραφική παράσταση, ο γράφος, το διάγραμμα, τη γραφική παράσταση
  • комісіонер στα ελληνικά - παράγοντας, συντελεστής, μεσάζων, μεσάζοντα, μεσάζοντες, μεσολαβητής, μεσάζοντας
  • лихоманка στα ελληνικά - πυρετός, θέρμη, πυρετό, πανώλης, πανώλης των, πανώλη
Τυχαίες λέξεις
Намалювати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκιαγράφηση, βάφω, διατυπώνω, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ζωγραφίζει