Натякнути στα ελληνικά
Μετάφραση: натякнути, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπαινιγμός, νύξη, υποδηλώνω, υπόδειξη, υπαινιγμό, ίχνος
Μεταφράσεις
- кераміки στα ελληνικά - κεραμική, κεραμικά, κεραμικών, κεραμικής, τα κεραμικά
- корегувати στα ελληνικά - διορθώνω, σωστός, ακριβής, ορθός, σωστή, ορθή
- крокус στα ελληνικά - κρόκος, ζαφορά, Crocus, κρόκου, κρόκο
- кумкати στα ελληνικά - κοάζω, γκρινιάζω, croak, κράζω, αποθνήσκω, κρωγμός
Τυχαίες λέξεις
Натякнути στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπαινιγμός, νύξη, υποδηλώνω, υπόδειξη, υπαινιγμό, ίχνος
Μεταφράσεις: υπαινιγμός, νύξη, υποδηλώνω, υπόδειξη, υπαινιγμό, ίχνος