Υπαινιγμός στα ουκρανικά
Μετάφραση: υπαινιγμός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мрячно, натяк, згадка, туманно, готелі, натякання, натякати, украдливо, згадування, натяками, натякнути, посилання, вкрадливо
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπαινιγμός
υπαινιγμός ετυμολογία, υπαινιγμός λεξικο, δηκτικός υπαινιγμός, υπαινιγμός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, υπαινιγμός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- υπαγόρευση στα ουκρανικά - диктофон, диктування, розпорядження, наказу, диктант
- υπαινίσσομαι στα ουκρανικά - нещирість, натякати, натякатиме, натякатимуть
- υπαινισσόμενος στα ουκρανικά - алегоричний, Hinter
- υπακοή στα ουκρανικά - відданість, лояльність, вірність, послух, слухняність, послушання, послушність
Τυχαίες λέξεις
Υπαινιγμός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: мрячно, натяк, згадка, туманно, готелі, натякання, натякати, украдливо, згадування, натяками, натякнути, посилання, вкрадливо
Μεταφράσεις: мрячно, натяк, згадка, туманно, готелі, натякання, натякати, украдливо, згадування, натяками, натякнути, посилання, вкрадливо