Незмінний στα ελληνικά
Μετάφραση: незмінний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορκίζομαι, συνεχής, αδιάπτωτος, ορκισμένος, σταθερός, διαρκής, σταθερή, σταθερά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- волосин στα ελληνικά - μαλλιά, τρίχα, τρίχες, τριχών, οι τρίχες, τις τρίχες
- естетичний στα ελληνικά - αισθητικός, αισθητική, αισθητικής, αισθητικές, αισθητικό
- запій στα ελληνικά - τη συνεχή κατανάλωση, συνεχή κατανάλωση
- концентрат στα ελληνικά - συμπυκνώνω, συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνω, επικεντρωθεί, επικεντρώνονται, επικεντρωθούν, να επικεντρωθεί, ...
Τυχαίες λέξεις
Незмінний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορκίζομαι, συνεχής, αδιάπτωτος, ορκισμένος, σταθερός, διαρκής, σταθερή, σταθερά
Μεταφράσεις: ορκίζομαι, συνεχής, αδιάπτωτος, ορκισμένος, σταθερός, διαρκής, σταθερή, σταθερά