Неозброєний στα ελληνικά
Μετάφραση: неозброєний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άοπλος, αφοπλισμένος, άοπλοι, άοπλων, άοπλη, άοπλους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- винахідливість στα ελληνικά - επινοητικότητα, ευρηματικότητα, η επινοητικότητα, την επινοητικότητα, επινοητικότητά
- дегазувати στα ελληνικά - απολυμαίνω, την απολύμανση, την απολύμανση των, απολυμάνετε, απολυμάνουν
- ензим στα ελληνικά - ένζυμο, ενζύμου, ενζύμων, του ενζύμου, ένζυμο που
- кераміка στα ελληνικά - κεραμική, κεραμικά, κεραμικών, κεραμικής, τα κεραμικά
Τυχαίες λέξεις
Неозброєний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άοπλος, αφοπλισμένος, άοπλοι, άοπλων, άοπλη, άοπλους
Μεταφράσεις: άοπλος, αφοπλισμένος, άοπλοι, άοπλων, άοπλη, άοπλους