Нервовий στα ελληνικά

Μετάφραση: нервовий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νευρικός, διασταύρωση, νευρικό, νευρικού, του νευρικού, το νευρικό
Нервовий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • агент στα ελληνικά - συντελεστής, παράγοντας, χρηματομεσίτης, μεσίτης, αγγελιοφόρος, παράγων, αντιπρόσωπος, ...
  • директор στα ελληνικά - ράμφος, σκηνοθέτης, διευθυντής, διευθυντή, σκηνοθέτη, διευθύντρια
  • козиряти στα ελληνικά - περιλαίμιο, τραχηλιά, Ruff, χοντροσκαλίδρα, Μαχητής
  • кімната στα ελληνικά - χώρος, διαμέρισμα, δωμάτιο, αίθουσα, δωματίου, το δωμάτιο, τα δωμάτια
Τυχαίες λέξεις
Нервовий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νευρικός, διασταύρωση, νευρικό, νευρικού, του νευρικού, το νευρικό