Оманливий στα ελληνικά
Μετάφραση: оманливий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλλιεργημένος, σοφιστικέ, εξεζητημένος, παραπλανητική, παραπλανητικές, παραπλανητικά, παραπλανητικό, παραπλανητικών
Μεταφράσεις
- вугляр στα ελληνικά - coaler
- вітати στα ελληνικά - επιδοκιμάζω, συγχαίρω, επικροτώ, επευφημώ, καλωσόρισμα, ευπρόσδεκτος, ευπρόσδεκτη, ...
- дірка στα ελληνικά - τρύπα, σχίσιμο, δάκρυ, σχίσει, σκιστεί, σχιστεί
- запал στα ελληνικά - πάθος, χαρτοφυλάκιο, πυρακτώνομαι, λαύρα, φεγγοβολώ, θέρμη, λάμψη, ...
Τυχαίες λέξεις
Оманливий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλλιεργημένος, σοφιστικέ, εξεζητημένος, παραπλανητική, παραπλανητικές, παραπλανητικά, παραπλανητικό, παραπλανητικών
Μεταφράσεις: καλλιεργημένος, σοφιστικέ, εξεζητημένος, παραπλανητική, παραπλανητικές, παραπλανητικά, παραπλανητικό, παραπλανητικών