Перекривати στα ελληνικά
Μετάφραση: перекривати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεφυρώνω, γέφυρα, σπιθαμή, επικαλύπτω, συμπίπτω, επικάλυψη, αλληλεπικάλυψη, επικάλυψης, αλληλοεπικάλυψη, αλληλεπικάλυψης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гинути στα ελληνικά - αποθνήσκω, τεζάρω, πεθάνω, καταστρέφομαι, χαθεί, χαθούν, χάνονται, ...
- діалог στα ελληνικά - διάλογος, διαλόγου, διάλογο, του διαλόγου, το διάλογο
- з'єднувати στα ελληνικά - συνδέω, συνδεθείτε, συνδέστε, συνδέσετε, συνδέουν, συνδεθεί
- засув στα ελληνικά - μπουλόνι, βίδα, κοχλία, κοχλίας, μπουλονιού
Τυχαίες λέξεις
Перекривати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεφυρώνω, γέφυρα, σπιθαμή, επικαλύπτω, συμπίπτω, επικάλυψη, αλληλεπικάλυψη, επικάλυψης, αλληλοεπικάλυψη, αλληλεπικάλυψης
Μεταφράσεις: γεφυρώνω, γέφυρα, σπιθαμή, επικαλύπτω, συμπίπτω, επικάλυψη, αλληλεπικάλυψη, επικάλυψης, αλληλοεπικάλυψη, αλληλεπικάλυψης