Переховування στα ελληνικά
Μετάφραση: переховування, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγκάλυψη, απόκρυψη, υπόθαλψη, της απόκρυψης, ελλιμενισμό, που στεγάζει, που στεγάζει το
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- атом στα ελληνικά - άτομο, ατόμου, άτομον, άτομα, ατόμων
- землекоп στα ελληνικά - ανασκαφέας, Digger, εκσκαφέα, εκσκαφείς, εκσκαφέας
- кабак στα ελληνικά - ταβέρνα, Η ταβέρνα, ταβέρνας, ταβέρνα του, ταβέρνα που
- каплун στα ελληνικά - καπόνι, Capon, καπόνι καθώς, το καπόνι, κάπονας
Τυχαίες λέξεις
Переховування στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγκάλυψη, απόκρυψη, υπόθαλψη, της απόκρυψης, ελλιμενισμό, που στεγάζει, που στεγάζει το
Μεταφράσεις: συγκάλυψη, απόκρυψη, υπόθαλψη, της απόκρυψης, ελλιμενισμό, που στεγάζει, που στεγάζει το