Помочи στα ελληνικά
Μετάφραση: помочи, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζαρτιέρα, ικρίωμα, φούρκα, ιμάντας, αγχόνη, η, το, ο, την, της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- буквально στα ελληνικά - λογοτεχνικός, λογοτεχνία, κυριολεκτικά, κυριολεξία, στην κυριολεξία, γράμμα, κατά γράμμα
- біологічне στα ελληνικά - βιολογικός, Βιολογικά, Βιολογική, Βιολογικών, τη βιολογική
- звичайний στα ελληνικά - γενικός, φυσιολογικός, κανονικός, στρατηγός, συνήθης, κοινός, συμβατικός, ...
- знахідка στα ελληνικά - ανεύρεση, εύρημα, βρίσκω, βρείτε, βρει, βρίσκουν, βρουν
Τυχαίες λέξεις
Помочи στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζαρτιέρα, ικρίωμα, φούρκα, ιμάντας, αγχόνη, η, το, ο, την, της
Μεταφράσεις: ζαρτιέρα, ικρίωμα, φούρκα, ιμάντας, αγχόνη, η, το, ο, την, της