Прибиральник στα ελληνικά

Μετάφραση: прибиральник, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθαρίστρια, καθαριστής, καθαρότερο, ηλεκτρική, καθαριστικό, καθαρότερα
Прибиральник στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • боягузтво στα ελληνικά - δειλία, δειλίας, τη δειλία, ανανδρία, cowardice
  • допомагати στα ελληνικά - επικουρία, χρησιμεύω, όφελος, βοήθεια, αρωγή, ωφελώ, βοηθός, ...
  • експропріація στα ελληνικά - απαλλοτρίωση, απαλλοτρίωσης, απαλλοτριώσεων, απαλλοτριώσεις, απαλλοτριώσεως
  • лановий στα ελληνικά - προγραμματιστεί, προγραμματισμένες, προγραμματίζονται, προγραμματίζεται, προγραμματισμένη
Τυχαίες λέξεις
Прибиральник στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθαρίστρια, καθαριστής, καθαρότερο, ηλεκτρική, καθαριστικό, καθαρότερα