Принизити στα ελληνικά
Μετάφραση: принизити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξευτελίζω, ταπεινώσει, εξευτελίζουν, εξευτελίσει, ταπεινώσουν, ταπεινώνει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бездумний στα ελληνικά - ξένοιαστος, χαρούμενος, επιπόλαιος, απερίσκεπτος, αλόγιστη, απερίσκεπτη, αλόγιστης
- вислухувати στα ελληνικά - ακούω, ακούσουμε, ακούσεις, ακούσετε μέχρι
- дивись στα ελληνικά - vide, βλέπε, παρέχουν
- загартовувати στα ελληνικά - περίοδο, νοστιμίζω, περίοδος, σκληραίνω, σκληρύνω, σκληραίνουν, σκληρύνει, ...
Τυχαίες λέξεις
Принизити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξευτελίζω, ταπεινώσει, εξευτελίζουν, εξευτελίσει, ταπεινώσουν, ταπεινώνει
Μεταφράσεις: εξευτελίζω, ταπεινώσει, εξευτελίζουν, εξευτελίσει, ταπεινώσουν, ταπεινώνει