Підлеглий στα ελληνικά
Μετάφραση: підлеглий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπήκοος, υποκείμενο, κατώτερος, θέμα, υφιστάμενος, αντικείμενο, υπόκεινται, υπόκειται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- зубожілий στα ελληνικά - depauperate
- ковчег στα ελληνικά - κιβωτός, κιβωτό, κιβωτό του, Κιβωτός του, Νώε
- культивування στα ελληνικά - καλλιέργεια, καλλιέργειας, την καλλιέργεια, καλλιέργειες, της καλλιέργειας
- липкість στα ελληνικά - συγκολλητικότητα, συγκολλητικότητας, προσκολλητικότητα, κολλητικότητα, ικανότητα προσκόλλησης
Τυχαίες λέξεις
Підлеглий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπήκοος, υποκείμενο, κατώτερος, θέμα, υφιστάμενος, αντικείμενο, υπόκεινται, υπόκειται
Μεταφράσεις: υπήκοος, υποκείμενο, κατώτερος, θέμα, υφιστάμενος, αντικείμενο, υπόκεινται, υπόκειται