Спостереження στα ελληνικά
Μετάφραση: спостереження, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίβλεψη, χωράφι, τομέας, επιτήρηση, πεδίο, παρατήρηση, παρατήρησης, παρακολούθηση, παρακολούθησης, την παρατήρηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- адаптер στα ελληνικά - προσαρμογέας, προσαρμογέα, μετασχηματιστή, του προσαρμογέα, προσαρμοστή
- видужуючий στα ελληνικά - ανάκτηση, την ανάκτηση, ανάκτησης, ανάκτηση των, ανακτήσεως
- епітет στα ελληνικά - επίθετο, προσωνύμιο, το επίθετο, επιθέτου, προσωνυμία
- комуністичний στα ελληνικά - κομμουνιστής, κομμουνιστικός, Κομμουνιστικό, Κομμουνιστικού, Κομμουνιστικής, κομμουνιστική
Τυχαίες λέξεις
Спостереження στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίβλεψη, χωράφι, τομέας, επιτήρηση, πεδίο, παρατήρηση, παρατήρησης, παρακολούθηση, παρακολούθησης, την παρατήρηση
Μεταφράσεις: επίβλεψη, χωράφι, τομέας, επιτήρηση, πεδίο, παρατήρηση, παρατήρησης, παρακολούθηση, παρακολούθησης, την παρατήρηση