Суспензія στα ελληνικά

Μετάφραση: суспензія, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανακοπή, αναστολή, ανάρτηση, εναιώρημα, αναστολής, αιώρημα
Суспензія στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вугор στα ελληνικά - χέλι, χελιού, χελιών, χέλια, του χελιού
  • застережіть στα ελληνικά - προειδοποιώ, προειδοποιούν, προειδοποιήσει, προειδοποιεί, προειδοποιήσω
  • захват στα ελληνικά - ενθουσιασμός, σπασμός, θαυμασμός, απόλαυση, χαρά, ευχαρίστηση, απόλαυσης, ...
  • камлот στα ελληνικά - kamlot
Τυχαίες λέξεις
Суспензія στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανακοπή, αναστολή, ανάρτηση, εναιώρημα, αναστολής, αιώρημα