Сухої στα ελληνικά
Μετάφραση: сухої, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απόμακρος, απομακρυσμένος, ξερός, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
Μεταφράσεις
- викривляти στα ελληνικά - στρεβλώνω, στροφή, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής
- каменяр στα ελληνικά - κτίστης, πορτοφόλι, χτίστης, οικοδόμος, Mason, κτίστη, χτίστη
- конгломерація στα ελληνικά - συσσώρευση, συσφαίρωση, συνονθύλευμα, ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων, χρηατοοικονοικών οίλων
- личинки στα ελληνικά - προνύμφες, προνυμφών, νύμφες, νυμφών, λάρβες
Τυχαίες λέξεις
Сухої στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απόμακρος, απομακρυσμένος, ξερός, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
Μεταφράσεις: απόμακρος, απομακρυσμένος, ξερός, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή