Техніка στα ελληνικά
Μετάφραση: техніка, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεχνική, τεχνολογία, εξοπλισμός, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- апельсин στα ελληνικά - πορτοκάλι, πορτοκαλί, πορτοκαλιού, πορτοκαλιές, πορτοκαλί χρώμα
- вдивлятися στα ελληνικά - περιεργάζομαι, βλέμμα, ατενίζω, όμοιος, ομότιμος, ματιά, κοιτάζω, ...
- залишати στα ελληνικά - άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε
- кінцевий στα ελληνικά - τερματικό, τερματικού, ακροδέκτη, τερματική, τερματικών
Τυχαίες λέξεις
Техніка στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεχνική, τεχνολογία, εξοπλισμός, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού
Μεταφράσεις: τεχνική, τεχνολογία, εξοπλισμός, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού