Торкатися στα ελληνικά

Μετάφραση: торкатися, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανησυχία, αγγίζω, ενδιαφέρον, προβληματισμός, πινελιά, διαφήμιση, αφή, επαφή, άγγιγμα, αγγίζετε, αγγίξτε
Торкатися στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • антиракета στα ελληνικά - antyraketa
  • безземельний στα ελληνικά - ακτήμονας, ακτήμων, ακτήμονες, ακτημόνων, χωρίς γη
  • вершачи στα ελληνικά - φράκτης, vershachy
  • кольорове στα ελληνικά - έγχρωμος, χρώμα, χρώματος, το χρώμα, χρωμάτων, έγχρωμη
Τυχαίες λέξεις
Торкатися στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανησυχία, αγγίζω, ενδιαφέρον, προβληματισμός, πινελιά, διαφήμιση, αφή, επαφή, άγγιγμα, αγγίζετε, αγγίξτε