Трохи στα ελληνικά

Μετάφραση: трохи, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελαφρώς, λίγο, μερικοί, λίγα, μερικός, λιγοστός, λίγοι, λίγες, ελαφρά, ελάχιστα, κάπως
Трохи στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • видужування στα ελληνικά - ανάρρωση, vyduzhuvannya
  • виживання στα ελληνικά - επιβίωση, επιβίωσης, την επιβίωση, επιβίωσή, η επιβίωση
  • винятково στα ελληνικά - μόνο, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για
  • вистежити στα ελληνικά - λιμάνι, φωλιάζω, φυγαδεύω, κυνηγήσουν κάτω, κυνηγήσετε, κυνηγήσουν κάτω από, να κυνηγήσουν κάτω, ...
Τυχαίες λέξεις
Трохи στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελαφρώς, λίγο, μερικοί, λίγα, μερικός, λιγοστός, λίγοι, λίγες, ελαφρά, ελάχιστα, κάπως