Ухвала στα ελληνικά
Μετάφραση: ухвала, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βραβείο, κατακυρώνω, απονέμω, θέσπισμα, διάταγμα, θεσπίζω, ανάθεση, ανάθεσης, σύναψης, απονομής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вислів στα ελληνικά - διατυπώνω, πλευρά, μορφή, δελτίο, φράση, θωριά, όψη, ...
- войовничо στα ελληνικά - στρατιωτικά, στρατιωτική, στρατιωτικής, στρατιωτικό, στρατιωτικώς
- гавкіт στα ελληνικά - φλοιός, κόλπος, wow, Πω πω, Ουάου, καταπληκτική επιτυχία, εντυπωσιάσει
- злобно στα ελληνικά - μίσος, μνησικακία, απειλητικά, σκοτεινά, σκούρα, darkly, σκούρου
Τυχαίες λέξεις
Ухвала στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βραβείο, κατακυρώνω, απονέμω, θέσπισμα, διάταγμα, θεσπίζω, ανάθεση, ανάθεσης, σύναψης, απονομής
Μεταφράσεις: βραβείο, κατακυρώνω, απονέμω, θέσπισμα, διάταγμα, θεσπίζω, ανάθεση, ανάθεσης, σύναψης, απονομής