Шанувати στα ελληνικά

Μετάφραση: шанувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τιμώ, καθαγιάζω, τιμή, τιμήν, τιμής, την τιμή, τιμή να
Шанувати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • авізувати στα ελληνικά - συμβουλή, συμβουλεύω, συμβουλεύει, συμβουλεύσει, συμβουλεύουν, συμβουλεύουμε
  • естетичний στα ελληνικά - αισθητικός, αισθητική, αισθητικής, αισθητικές, αισθητικό
  • к-о στα ελληνικά - ανά, κάθε, k, το k
  • ковзатися στα ελληνικά - παραδρομή, ολίσθημα, γλίστρημα, γλιστρώ, πατινάζ, σελάχι, skate, ...
Τυχαίες λέξεις
Шанувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τιμώ, καθαγιάζω, τιμή, τιμήν, τιμής, την τιμή, τιμή να