Шкребок στα ελληνικά
Μετάφραση: шкребок, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθαριστής, καθαρίστρια, ξύστρα, αποξέσεως, αποξεστήρα, ξέστρο, ξύστρας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- заявки στα ελληνικά - εφαρμογή, αίτηση, εφαρμογής, αίτησης, την εφαρμογή
- заявіть στα ελληνικά - υποστηρίζω, διεκδικώ, δηλώνω, δηλώνουν, δηλώσει, κηρύξει, να αναγνωρίσει
- кваліфікує στα ελληνικά - προκρίνομαι, πληροί τις προϋποθέσεις, πιστοποιείται, χαρακτηρίζεται ENERGY STAR, χαρακτηρίζεται ENERGY, συμμετοχική εταιρεία επωφελείται της
- концентричний στα ελληνικά - ομόκεντρος, ομόκεντρους, ομόκεντρων, ομόκεντρο, ομόκεντρα
Τυχαίες λέξεις
Шкребок στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθαριστής, καθαρίστρια, ξύστρα, αποξέσεως, αποξεστήρα, ξέστρο, ξύστρας
Μεταφράσεις: καθαριστής, καθαρίστρια, ξύστρα, αποξέσεως, αποξεστήρα, ξέστρο, ξύστρας