Язичницький στα ελληνικά
Μετάφραση: язичницький, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εθνικός, ειδολολάτρης, αλλόθρησκος, ειδωλολάτρες, ειδωλολατρών, ειδωλολατρικό
![Язичницький στα ελληνικά Язичницький στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-uk-gr-21812.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- відріг στα ελληνικά - σπιρούνι, κεντρίζω, παρακινώ, σπιρουνίζω, ώθηση, κίνητρο, κέντρισμα, ...
- дека στα ελληνικά - κατάστρωμα, καταστρώματος, τράπουλα, γέφυρα, θάλαμο
- етикетка στα ελληνικά - αυτοκόλλητο, επιγραφή, ετικέτα, σήμα, ετικέτας, σήματος
- корд στα ελληνικά - κορδόνι, καλωδίου, Καλώδιο, Cord, Μυελού
Τυχαίες λέξεις
Язичницький στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εθνικός, ειδολολάτρης, αλλόθρησκος, ειδωλολάτρες, ειδωλολατρών, ειδωλολατρικό
Μεταφράσεις: εθνικός, ειδολολάτρης, αλλόθρησκος, ειδωλολάτρες, ειδωλολατρών, ειδωλολατρικό