Язичницький στα ελληνικά

Μετάφραση: язичницький, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εθνικός, ειδολολάτρης, αλλόθρησκος, ειδωλολάτρες, ειδωλολατρών, ειδωλολατρικό
Язичницький στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • відріг στα ελληνικά - σπιρούνι, κεντρίζω, παρακινώ, σπιρουνίζω, ώθηση, κίνητρο, κέντρισμα, ...
  • дека στα ελληνικά - κατάστρωμα, καταστρώματος, τράπουλα, γέφυρα, θάλαμο
  • етикетка στα ελληνικά - αυτοκόλλητο, επιγραφή, ετικέτα, σήμα, ετικέτας, σήματος
  • корд στα ελληνικά - κορδόνι, καλωδίου, Καλώδιο, Cord, Μυελού
Τυχαίες λέξεις
Язичницький στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εθνικός, ειδολολάτρης, αλλόθρησκος, ειδωλολάτρες, ειδωλολατρών, ειδωλολατρικό