Łaknienie στα ελληνικά
Μετάφραση: łaknienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαχτάρα, δίψα, πείνα, όρεξη, πείνας, την πείνα, της πείνας, η πείνα
Μεταφράσεις
- brokat στα ελληνικά - μπροκάρ, Brocade, της Brocade, μπροκαρ, Brocade για
- charyzma στα ελληνικά - χάρισμα, το Χάρισμα, χάρισμά, Το Charisma, το χάρισμά
- dwudzielność στα ελληνικά - διχοτόμηση, διχοτομία, διχοτόμησης, διχοτομίας, η διχοτομία
- indywidualistyczny στα ελληνικά - ατομικιστικός, ατομικιστική, ατομικιστικό, ατομικιστικές, ατομικιστικών
Τυχαίες λέξεις
Łaknienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαχτάρα, δίψα, πείνα, όρεξη, πείνας, την πείνα, της πείνας, η πείνα
Μεταφράσεις: λαχτάρα, δίψα, πείνα, όρεξη, πείνας, την πείνα, της πείνας, η πείνα