Łatwizna στα ελληνικά
Μετάφραση: łatwizna, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αεράκι, αύρα, κάτι εύκολον, pushover, ανελαστική, στατική ανελαστική, ανελαστική στατική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cholesterol στα ελληνικά - χοληστερίνη, χοληστερόλης, χοληστερόλη, της χοληστερόλης, χοληστερίνης
- etnologia στα ελληνικά - εθνολογία, Εθνολογίας, την εθνολογία, η εθνολογία, η Εθνολογία έχει
- glikogen στα ελληνικά - γλυκογόνο, γλυκογόνου, του γλυκογόνου, το γλυκογόνο, γλυκογόνου των
- hamowanie στα ελληνικά - φρενάρισμα, πέδησης, πέδηση, φρεναρίσματος, πεδήσεως
Τυχαίες λέξεις
Łatwizna στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αεράκι, αύρα, κάτι εύκολον, pushover, ανελαστική, στατική ανελαστική, ανελαστική στατική
Μεταφράσεις: αεράκι, αύρα, κάτι εύκολον, pushover, ανελαστική, στατική ανελαστική, ανελαστική στατική