Żwirek στα ελληνικά
Μετάφραση: żwirek, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκουπίδια, απορρίμματα, χαλίκι, αμμοχάλικο, άμμου, τρίξιμο, grit
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chwytliwy στα ελληνικά - καραμέλα, γλυκός, συναρπαστικός, πιασάρικα, πιασάρικο, ελκυστικό, catchy
- diler στα ελληνικά - έμπορος, Dealer, εμπόρου, Ντήλερ, Έμποροι
- folklor στα ελληνικά - λαογραφία, λαογραφικό, λαογραφική, λαογραφικά, λαογραφίας
- gramatura στα ελληνικά - βάρος, ουσία, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
Τυχαίες λέξεις
Żwirek στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκουπίδια, απορρίμματα, χαλίκι, αμμοχάλικο, άμμου, τρίξιμο, grit
Μεταφράσεις: σκουπίδια, απορρίμματα, χαλίκι, αμμοχάλικο, άμμου, τρίξιμο, grit