Borykać στα ελληνικά

Μετάφραση: borykać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παλεύω, αντεπεξέρχομαι, αγώνας, αντιμετωπίζω, αντικρίζω, κύρος, αγωνίζομαι, πρόσωπο, αρπαγή, αρπάζω, πιάσιμο, καταπιάνονται, παλεύουν
Borykać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • borta στα ελληνικά - μπορντούρα, περίγραμμα, τρόχισμα, τελείωμα, προστατευτικά αστραγάλων
  • borykanie στα ελληνικά - καταπολεμώ, μάχη, αρρώστια, ασθένεια, μάχομαι, αγωνίζονται, αγωνίζεται, ...
  • borówka στα ελληνικά - είδος βατόμουρου, μύρτιλλο, μυρτίλλων, bilberry, το μύρτιλλο
  • bosak στα ελληνικά - crampon, αρπάγη, υδραυλική αρπάγη
Τυχαίες λέξεις
Borykać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παλεύω, αντεπεξέρχομαι, αγώνας, αντιμετωπίζω, αντικρίζω, κύρος, αγωνίζομαι, πρόσωπο, αρπαγή, αρπάζω, πιάσιμο, καταπιάνονται, παλεύουν