Do στα ελληνικά
Μετάφραση: do, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σε, από, ώσπου, πάνω, για, μέχρι, προς, να, με
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dniówkowy στα ελληνικά - καθημερινός
- dno στα ελληνικά - πάτωμα, κρεβάτι, προσαράσσω, όροφος, έδαφος, πάτος, γη, ...
- doba στα ελληνικά - μέρα, ημέρα, την ημέρα, ημέρας, ημερών
- dobicie στα ελληνικά - τελειωτής, τελικού επεξεργαστή, τελικό επεξεργαστή, τελικός επεξεργαστής, finisher
Τυχαίες λέξεις
Do στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σε, από, ώσπου, πάνω, για, μέχρι, προς, να, με
Μεταφράσεις: σε, από, ώσπου, πάνω, για, μέχρι, προς, να, με