Frezować στα ελληνικά
Μετάφραση: frezować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλέθω, μύλος, εργοστάσιο, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- frezja στα ελληνικά - φρέζια, Freesia
- frezowanie στα ελληνικά - άλεσμα, άλεσης, άλεση, αλέσεως, φρεζάρισμα
- front στα ελληνικά - πρόσοψη, εμπρός, μέτωπο, μπροστά, μπροστινό
- frontalny στα ελληνικά - μετωπικός, μετωπικής, μετωπική, μετωπιαίο, μετωπικό
Τυχαίες λέξεις
Frezować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλέθω, μύλος, εργοστάσιο, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο
Μεταφράσεις: αλέθω, μύλος, εργοστάσιο, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο