Głaskać στα ελληνικά
Μετάφραση: głaskać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χτύπημα, εγκεφαλικό, θωπεύω, χαϊδεύω, κτύπημα, αποπληξία, προσβολή, εγκεφαλικό επεισόδιο
Μεταφράσεις
- gładzik στα ελληνικά - trackpad, επιφάνεια αφής, επιφάνειας αφής, το trackpad, στο trackpad
- gładzić στα ελληνικά - λούστρο, χαϊδεύω, λουστράρω, άψογος, στιλπνός, καλοφτιαγμένος, βερνίκι, ...
- głaz στα ελληνικά - λιθοβολώ, λικνίζω, κοτρόνι, κουνώ, πετροβολώ, πέτρα, ροκ, ...
- głodny στα ελληνικά - πεινασμένος, πεινασμένοι, πεινασμένο, πεινασμένους, πεινασμένα
Τυχαίες λέξεις
Głaskać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χτύπημα, εγκεφαλικό, θωπεύω, χαϊδεύω, κτύπημα, αποπληξία, προσβολή, εγκεφαλικό επεισόδιο
Μεταφράσεις: χτύπημα, εγκεφαλικό, θωπεύω, χαϊδεύω, κτύπημα, αποπληξία, προσβολή, εγκεφαλικό επεισόδιο