Lecieć στα ελληνικά

Μετάφραση: lecieć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεπετάγομαι, βέλος, ραντίζω, πετώ, συντρίβω, μύγα, τρέχω, πετούν, πετάξει, εισητήριο, εισητήριο για
Lecieć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aeronauta στα ελληνικά - αεροναύτης, αεροπόρος
  • berbeć στα ελληνικά - κατσικάκι, πιτσιρίκος, βρομόπαιδο, παιδί, μικρό παιδί, νήπιο, το μικρό παιδί, ...
  • delikatność στα ελληνικά - πόνος, μαλακός, ακριβολογία, άλγος, τρυφερός, λεπτότητα, διπλωματικότητα, ...
  • dośpiewać στα ελληνικά - τραγουδώ, τραγουδούν, τραγουδήσει, τραγουδήσουν, τραγουδήσω
Τυχαίες λέξεις
Lecieć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεπετάγομαι, βέλος, ραντίζω, πετώ, συντρίβω, μύγα, τρέχω, πετούν, πετάξει, εισητήριο, εισητήριο για