Maltretować στα ελληνικά

Μετάφραση: maltretować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κακομεταχειρίζομαι, κατάχρηση, λοιδορία, βρίζω, καταχρώμαι, κακοί τρόποι, καυγάδων
Maltretować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antydumpingowy στα ελληνικά - ντάμπινγκ, αντιντάμπινγκ, πρακτικής ντάμπινγκ, πρακτική ντάμπινγκ, το ντάμπινγκ
  • chichot στα ελληνικά - νευρικό γέλιο, χαζογελώ, κιχλίζω, giggle, γελάκι
  • drugorzędny στα ελληνικά - υπεξούσιος, ελάσσων, δευτερεύων, υποβοηθητικός, ασήμαντος, τυχαίος, θυγατρική, ...
  • dygnitarz στα ελληνικά - αξιωματούχος, αξιωματούχου, αξιωματούχο που, αξιωματούχου από, επισκοπικά τους
Τυχαίες λέξεις
Maltretować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κακομεταχειρίζομαι, κατάχρηση, λοιδορία, βρίζω, καταχρώμαι, κακοί τρόποι, καυγάδων