Momentalnie στα ελληνικά

Μετάφραση: momentalnie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμέσως, ακαριαία, στιγμιαία, άμεσα, στιγμιαίως
Momentalnie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asterysk στα ελληνικά - αστερίσκος, αστερίσκο, τον αστερίσκο, αστερίσκου, αστεράκι
  • bulgotać στα ελληνικά - φουσκάλα, φούσκα, παφλάζω, καταβροχθίζω, φυσαλλίδα, φυσαλίδα, φυσαλίδων, ...
  • gospodarzenie στα ελληνικά - τρέξιμο, αγρότης, γεωργός, γεωργό, γεωργού, αγρότη
  • interpolować στα ελληνικά - παρεισάγω, παρεμβάλλει, παρεμβάλει, να παρεμβάλλει, παρεμβάλονται
Τυχαίες λέξεις
Momentalnie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμέσως, ακαριαία, στιγμιαία, άμεσα, στιγμιαίως