Αμέσως στα πολωνικά
Μετάφραση: αμέσως, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
natychmiast, błyskawicznie, momentalnie, niezwłocznie, bezpośrednio, bezzwłocznie, tuż
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμέσως
αμέσως συνώνυμα, αμέσως μετά τη σύλληψη, αμέσως άμεσα, αμέσως βικιλεξικο, αμέσωσ στα αγγλικά, αμέσως λεξικό γλώσσας πολωνικά, αμέσως στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- αμέλεια στα πολωνικά - niedopatrzenie, zlekceważyć, wzgardzić, zaniedbać, zaniedbanie, zaniechanie, poniewierka, ...
- αμέριμνος στα πολωνικά - niefrasobliwy, beztroski, lekki, wesoły, przymrużeniem oka, beztroskiego
- αμίαντος στα πολωνικά - azbest, azbestu, azbestowo, azbestowe, azbestowego
- αμαθής στα πολωνικά - nieświadomy, niewykształcony, ignorancki, oduczyć, niewykształceni, niedouczeni, niewykształconych, ...
Τυχαίες λέξεις
Αμέσως στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: natychmiast, błyskawicznie, momentalnie, niezwłocznie, bezpośrednio, bezzwłocznie, tuż
Μεταφράσεις: natychmiast, błyskawicznie, momentalnie, niezwłocznie, bezpośrednio, bezzwłocznie, tuż