Osiągnięcie στα ελληνικά

Μετάφραση: osiągnięcie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξέλιξη, ανάπτυξη, κατόρθωμα, επίτευξη, επίτευγμα, υλοποίηση, επίτευξης
Osiągnięcie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • astrofotografia στα ελληνικά - αστροφωτογράφηση, Αστικές Αστροφωτογραφίες, Αστροφωτογραφίες, αστροφωτογράφιση, αστροφωτογραφία
  • depilować στα ελληνικά - αποτριχώνω
  • dziewoja στα ελληνικά - υπηρέτρια, πόρνη, κόρη, δυναμομετρικού κλειδιού, συγχρωτίζομαι μετά πόρνων
  • geopolityka στα ελληνικά - γεωπολιτική, γεωπολιτικής, γεωπολιτικά, τη γεωπολιτική, η γεωπολιτική
Τυχαίες λέξεις
Osiągnięcie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξέλιξη, ανάπτυξη, κατόρθωμα, επίτευξη, επίτευγμα, υλοποίηση, επίτευξης