Plombowanie στα ελληνικά
Μετάφραση: plombowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφράγισμα, χορταστικός, γέμισμα, σφράγιση, σφράγισης, στεγανοποίησης, στεγανοποίηση, σφραγίσεως
Μεταφράσεις
- dogmat στα ελληνικά - δόγμα, δόγματος, το δόγμα, δόγματα
- drabinka στα ελληνικά - σκάλα, σκάλας, κλίμακα, κλίμακας, ladder
- euforbia στα ελληνικά - Euphorbia, εφόρμπια, το Euphorbia, από Euphorbia
- hinduizm στα ελληνικά - Ινδουισμός, Ινδουισμού, ο Ινδουισμός, Ινδουισμό, τον Ινδουισμό
Τυχαίες λέξεις
Plombowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφράγισμα, χορταστικός, γέμισμα, σφράγιση, σφράγισης, στεγανοποίησης, στεγανοποίηση, σφραγίσεως
Μεταφράσεις: σφράγισμα, χορταστικός, γέμισμα, σφράγιση, σφράγισης, στεγανοποίησης, στεγανοποίηση, σφραγίσεως