Podlizywać στα ελληνικά

Μετάφραση: podlizywać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρουφώ, γλείφω, μπουσουλάω, σύρσιμο, θηλάζω, σύρομαι, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το
Podlizywać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • branżowy στα ελληνικά - επαγγελματίας, επαγγελματικός, επιχείρηση, Επαγγελματικές, Business, Επιχειρήσεων, Επαγγελματικός
  • chrapać στα ελληνικά - ροχαλίζω, ραγχαλίζω, ροχαλητό, ροχαλητού, ροχαλίζουν
  • domówić στα ελληνικά - χλεύη, μάσα, χλευασμός, scoff, η χλευασμός
  • hulanka στα ελληνικά - ξεφάντωμα, παιχνίδι, γλέντι, ευωχία, Spree, Σπρέε
Τυχαίες λέξεις
Podlizywać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρουφώ, γλείφω, μπουσουλάω, σύρσιμο, θηλάζω, σύρομαι, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το