Λέξη: ενδεχόμενο

Σχετικές λέξεις: ενδεχόμενο

ενδεχόμενο english, απλό ενδεχόμενο, ενδεχόμενο σε ένα συνεχή χώρο, ενδεχόμενο συνώνυμο, βέβαιο ενδεχόμενο, ενδεχόμενο δόλο, ενδεχόμενο σε συνεχή χώρο, ενδεχόμενο εκλογών, ενδεχόμενο λεξικό, ενδεχόμενο μετάφραση

Συνώνυμα: ενδεχόμενο

αιφνίδια περίπτωση, κρίσιμη κατάσταση, επείγο, επείγον, επείγουσα ανάγκη, σύμπτωση, απρόοπτο, κάτι απροσδόκητο, δυνατότητα, πιθανότητα, δυνατότης, δυνατό

Μεταφράσεις: ενδεχόμενο

ενδεχόμενο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
eventuality, possibility, possibility of, possible, potential

ενδεχόμενο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
posibilidad, posibilidad de, la posibilidad, posibilidades, posible

ενδεχόμενο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zufälligkeit, möglichkeit, eventualität, Möglichkeit, die Möglichkeit, möglich

ενδεχόμενο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
possibilité, éventualité, chance, possible, possibilités, possibilité de, la possibilité

ενδεχόμενο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
possibilità, possibilità di, possibile, la possibilità, possibilita

ενδεχόμενο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
possibilidade, possibilidade de, possibilidades, possível, eventualidade

ενδεχόμενο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eventualiteit, mogelijkheid, mogelijkheid om, mogelijk, mogelijkheden, kans

ενδεχόμενο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
возможность, случайность, возможности, возможно, вероятность, возможностью

ενδεχόμενο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
eventualitet, mulighet, muligheten, muligheten til, mulighet til, mulighet for

ενδεχόμενο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
möjligheten, möjlighet, möjligt, möjligheter, möjligheten att

ενδεχόμενο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
mahdollisuus, mahdollisuutta, mahdollisuuden, mahdollisuudesta, mahdollista

ενδεχόμενο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
mulighed, muligheden, mulighed for, muligheden for, muligt

ενδεχόμενο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
možnost, eventualita, možností, možnosti, možné

ενδεχόμενο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
możliwość, ewentualność, możliwości, możliwością, moŜliwość

ενδεχόμενο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lehetőség, lehetőségét, lehetőséget, lehetősége

ενδεχόμενο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
olasılık, olasılığı, imkanı, ihtimali, ihtimal

ενδεχόμενο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
випадковість, можливість, змогу

ενδεχόμενο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mundësi, mundësia, mundësinë, mundësi e, mundësia për

ενδεχόμενο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
възможност, възможността, вероятност, възможности, възможност за

ενδεχόμενο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
магчымасць, магчымасьць

ενδεχόμενο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
juhtum, võimalus, võimalust, võimaluse, võimalik

ενδεχόμενο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mogućnost, mogućnosti, mogucnost, mogućnost da, moguće

ενδεχόμενο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
möguleiki, möguleika, möguleikann, möguleiki á, möguleika á

ενδεχόμενο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
galimybė, galimybę, galimybės, galimybe

ενδεχόμενο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
iespēja, iespēju, iespējams, iespējas

ενδεχόμενο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
можноста, можност, можноста да, можност да, можности

ενδεχόμενο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
posibilitate, posibilitatea, posibilitatea de, posibilitate de, posibilități

ενδεχόμενο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
možnost, možnosti, możnost, mogoče

ενδεχόμενο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
eventualita, možnosť, položku, možnosti
Τυχαίες λέξεις