Podmiot στα ελληνικά
Μετάφραση: podmiot, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποκείμενο, οντότητα, υπήκοος, αντικείμενο, θέμα, υπόκεινται, υπόκειται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- artykulik στα ελληνικά - ισοτιμία, ισότητα, άρτιο, par, παρ, ονομαστικής, ονομαστική
- genialny στα ελληνικά - έξοχος, λαμπερός, φανταστικός, μεγάλος, μεγάλη, μεγάλο, εξαιρετική, ...
- gleba στα ελληνικά - μαγαρίζω, μούχλα, έδαφος, χώμα, εδάφους, του εδάφους, το έδαφος
- handlować στα ελληνικά - εμπόριο, επάγγελμα, επιτήδευμα, εμπορεύματα, δοσοληψία, πραμάτεια, κυκλοφορία, ...
Τυχαίες λέξεις
Podmiot στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποκείμενο, οντότητα, υπήκοος, αντικείμενο, θέμα, υπόκεινται, υπόκειται
Μεταφράσεις: υποκείμενο, οντότητα, υπήκοος, αντικείμενο, θέμα, υπόκεινται, υπόκειται