Υποκείμενο στα πολωνικά
Μετάφραση: υποκείμενο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
uzależnić, podlegać, ulegać, podmiot, temat, poddawanie, przedmiot, ulęgać, podporządkować, poddać, obiekt, poddany
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποκείμενο
υποκείμενο ρήμα αντικείμενο, υποκείμενο αντικείμενο κατηγορούμενο, υποκείμενο ρήμα αντικείμενο ασκήσεις, υποκείμενο νόσημα, υποκείμενο ferro, υποκείμενο λεξικό γλώσσας πολωνικά, υποκείμενο στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- υποκαθιστώ στα πολωνικά - pełnomocnik, substytucja, namiastka, wyręka, zamienić, delegat, zastępstwo, ...
- υποκατάστημα στα πολωνικά - rozgałęziać, gałązka, latorośl, ekspozytura, rozwidlać, oddział, ramię, ...
- υποκειμενικός στα πολωνικά - podmiotowy, subiektywny, prywatną, prywatnÄ
- υποκειμενικότητα στα πολωνικά - podmiotowość, subiektywność, subiektywizm, podmiotowości, subiektywności
Τυχαίες λέξεις
Υποκείμενο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: uzależnić, podlegać, ulegać, podmiot, temat, poddawanie, przedmiot, ulęgać, podporządkować, poddać, obiekt, poddany
Μεταφράσεις: uzależnić, podlegać, ulegać, podmiot, temat, poddawanie, przedmiot, ulęgać, podporządkować, poddać, obiekt, poddany