Podsłuchać στα ελληνικά

Μετάφραση: podsłuchać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωτακουστώ, ακούσουν, ακούσω, ακούω τυχαία, κρυφακούσουν
Podsłuchać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akustyczny στα ελληνικά - ηχητικός, ακουστικός, γερός, φωνή, ηχηρός, ήχος, ακουστική, ...
  • banalizować στα ελληνικά - ευτελίζει, trivialize, ευτελίζουν, ευτελίζουμε
  • binominalny στα ελληνικά - διωνυμικό
  • inlet στα ελληνικά - είσοδος, εισόδου, είσοδο, εισαγωγής, εισαγωγή
Τυχαίες λέξεις
Podsłuchać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωτακουστώ, ακούσουν, ακούσω, ακούω τυχαία, κρυφακούσουν