Potępienie στα ελληνικά
Μετάφραση: potępienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατακρίνω, ψέγω, κόλαση, μέμψη, καταδίκη, κολασμός, καταδικάζει, την καταδίκη, καταδίκης, ότι καταδικάζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- częstotliwościowo-napięciowy στα ελληνικά - συχνότητα, συχνότητας, συχνοτήτων, τη συχνότητα, η συχνότητα
- etamina στα ελληνικά - τουλπάνι, τουλουπάνι, cheesecloth, τουλουπανιού, γάζα
- fistuła στα ελληνικά - συρίγγιο, συριγγίου, συριγγίων, αναστόμωσης, fistula
- interlokutor στα ελληνικά - συνομιλητής, συνομιλητή, ο συνομιλητής, το συνομιλητή, διαπραγματευτή
Τυχαίες λέξεις
Potępienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατακρίνω, ψέγω, κόλαση, μέμψη, καταδίκη, κολασμός, καταδικάζει, την καταδίκη, καταδίκης, ότι καταδικάζει
Μεταφράσεις: κατακρίνω, ψέγω, κόλαση, μέμψη, καταδίκη, κολασμός, καταδικάζει, την καταδίκη, καταδίκης, ότι καταδικάζει