Przerwanie στα ελληνικά
Μετάφραση: przerwanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπάζω, διακοπή, θραύση, διάλλειμα, αντεπίθεση, διάλειμμα, θλάση, διακοπής, τη διακοπή, η διακοπή, διακοπή της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alpaga στα ελληνικά - αιγοκάμηλος, αλπάκας, αλπακά, alpaca, αλπακα
- gąsienicznik στα ελληνικά - ιχνεύμων
- hamownia στα ελληνικά - δυναμόμετρο, Dyno, η Dyno, δυναμομέτρησης, δυναμομέτρηση
- hostia στα ελληνικά - οικοδεσπότης, φιλοξενώ, υποδοχής, ξενιστή, ξενιστής, ξενιστών
Τυχαίες λέξεις
Przerwanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπάζω, διακοπή, θραύση, διάλλειμα, αντεπίθεση, διάλειμμα, θλάση, διακοπής, τη διακοπή, η διακοπή, διακοπή της
Μεταφράσεις: σπάζω, διακοπή, θραύση, διάλλειμα, αντεπίθεση, διάλειμμα, θλάση, διακοπής, τη διακοπή, η διακοπή, διακοπή της