Przewalać στα ελληνικά
Μετάφραση: przewalać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυλώ, κύλινδρος, γκρεμίζομαι, πέφτω, ψωμάκι, ανατρέπω, ρίχνω, ρολό, roll, κύλινδρο, ρολού, ονομαστική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- brać στα ελληνικά - αναβάτης, λαμβάνω, ανοικτός, ανοιχτός, τζόκεϊ, παράγομαι, προέρχομαι, ...
- capieć στα ελληνικά - βρόμα, βρομιά, βρομώ
- emocjonalność στα ελληνικά - συναισθηματικότητα, συναίσθημα, συναισθηματισμό, συναισθηματικότητας, συναισθηματισμού
- intoksykacja στα ελληνικά - μέθη, δηλητηρίαση, δηλητηρίασης, μέθης, δηλητηρίαση από
Τυχαίες λέξεις
Przewalać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυλώ, κύλινδρος, γκρεμίζομαι, πέφτω, ψωμάκι, ανατρέπω, ρίχνω, ρολό, roll, κύλινδρο, ρολού, ονομαστική
Μεταφράσεις: κυλώ, κύλινδρος, γκρεμίζομαι, πέφτω, ψωμάκι, ανατρέπω, ρίχνω, ρολό, roll, κύλινδρο, ρολού, ονομαστική