Przykrość στα ελληνικά
Μετάφραση: przykrość, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μνησικακία, δυσαρέσκεια, αγανάκτηση, ατυχία, καημός, ενόχληση, δυσφορία, μπελάς, θλίψη, αγωνία, δυσάρεστη, δυσάρεστη κατάσταση, δυσαρέσκειας, unpleasantness
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agronomiczny στα ελληνικά - γεωπονικές, γεωπονική, αγρονομικό, αγρονομικών, αγρονομικές
- akceptowalność στα ελληνικά - αποδοχής, αποδοχή, αποδεκτό, δυνατότητα αποδοχής, την αποδοχή
- falować στα ελληνικά - κατσαρώνω, ταλαντεύομαι, κελαρύζω, κυματισμός, λαχανιάζω, κύμα, ξεχύνομαι, ...
- grawitować στα ελληνικά - έλκομαι, κλίνουν, έλκονται, ελθεί, έλκεται
Τυχαίες λέξεις
Przykrość στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μνησικακία, δυσαρέσκεια, αγανάκτηση, ατυχία, καημός, ενόχληση, δυσφορία, μπελάς, θλίψη, αγωνία, δυσάρεστη, δυσάρεστη κατάσταση, δυσαρέσκειας, unpleasantness
Μεταφράσεις: μνησικακία, δυσαρέσκεια, αγανάκτηση, ατυχία, καημός, ενόχληση, δυσφορία, μπελάς, θλίψη, αγωνία, δυσάρεστη, δυσάρεστη κατάσταση, δυσαρέσκειας, unpleasantness