Samorodny στα ελληνικά

Μετάφραση: samorodny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρωτότυπος, γνήσιος, samorodný
Samorodny στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ciężarowiec στα ελληνικά - αρσιβαρίστας, αρσιβαρίστρια, βαρών, weightlifter, αρσιβαρίστα
  • dentystyka στα ελληνικά - οδοντιατρική, οδοντιατρικής, οδοντιάτρου, την οδοντιατρική, της οδοντιατρικής
  • deszyfrować στα ελληνικά - αποκρυπτογράφηση, αποκρυπτογραφήσει, την αποκρυπτογράφηση, αποκρυπτογραφήσετε, να αποκρυπτογραφήσει
Τυχαίες λέξεις
Samorodny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρωτότυπος, γνήσιος, samorodný