Sprawdzić στα ελληνικά

Μετάφραση: sprawdzić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυρώνω, επαληθεύω, καρέ, ελέγχω, εξασφαλίζω, ανακόπτω, σταματώ, αναχαιτίζω, εξετάζω, βεβαιώνομαι, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη
Sprawdzić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akceptor στα ελληνικά - αποδέκτης, δέκτη, αποδέκτη, δέκτης, δέκτου
  • akwedukt στα ελληνικά - υδραγωγείο, υδραγωγείου, το υδραγωγείο, του υδραγωγείου
  • aligator στα ελληνικά - αλλιγάτορας, αλιγάτορα, αλιγάτορας, κροκοδειλάκια, σαν αλλιγάτορας
  • chandra στα ελληνικά - σπλήνα, μπλουζ, blues, μπλε, τα μπλε, μελαγχολία
Τυχαίες λέξεις
Sprawdzić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυρώνω, επαληθεύω, καρέ, ελέγχω, εξασφαλίζω, ανακόπτω, σταματώ, αναχαιτίζω, εξετάζω, βεβαιώνομαι, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη