Suszyć στα ελληνικά
Μετάφραση: suszyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στεγνός, φυτίλι, ξηρός, οχετός, κατακεραυνώνω, ξεραίνω, στραγγίζω, φιτίλι, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alienacja στα ελληνικά - αποξένωση, αλλοτρίωση, αποξένωσης, αλλοτρίωσης, την αποξένωση
- awokado στα ελληνικά - αβοκάντο, το αβοκάντο, του αβοκάντο, avocado
- diabełek στα ελληνικά - διαβολάκι, δαιμόνιο, imp, ΟΘΠ, ΟΜΠ
- herbicyd στα ελληνικά - ζιζανιοκτόνο, ζιζανιοκτόνου, ζιζανιοκτόνα, ζιζανιοκτόνων, στα ζιζανιοκτόνα
Τυχαίες λέξεις
Suszyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στεγνός, φυτίλι, ξηρός, οχετός, κατακεραυνώνω, ξεραίνω, στραγγίζω, φιτίλι, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
Μεταφράσεις: στεγνός, φυτίλι, ξηρός, οχετός, κατακεραυνώνω, ξεραίνω, στραγγίζω, φιτίλι, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή