Κατακεραυνώνω στα πολωνικά
Μετάφραση: κατακεραυνώνω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
suszyć, uwiędnąć, więdnąć, zwiędnąć, usychać, zamierać, katakerafnono
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατακεραυνώνω
κατακεραυνώνω συνωνυμο, κατακεραυνώνω συνωνυμα, κατακεραυνώνω λεξικό γλώσσας πολωνικά, κατακεραυνώνω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- καταιγισμός στα πολωνικά - grad, potok, pochodzić, obwołać, pozdrawiać, witać, strumień, ...
- κατακάθι στα πολωνικά - osadzanie, osadzenie, osad, osadów, osadu, osady, osadach
- κατακλυσμός στα πολωνικά - zalewać, potop, powódź, zalew, seria, kataklizm, katastrofa, ...
- κατακλύζομαι στα πολωνικά - ostrzeliwać, bombardować, zarzucać, potop, zalew, zalewowego, potopu, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατακεραυνώνω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: suszyć, uwiędnąć, więdnąć, zwiędnąć, usychać, zamierać, katakerafnono
Μεταφράσεις: suszyć, uwiędnąć, więdnąć, zwiędnąć, usychać, zamierać, katakerafnono