Szkliwo στα ελληνικά

Μετάφραση: szkliwo, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδαμαντίνη, εμαγιέ, σμάλτο, σμάλτου, αδαμαντίνης, σμάλτο των
Szkliwo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cwałowanie στα ελληνικά - γκάλοπ, καλπασμός, καλπάζω, Ιππασία, καλπασμό, Gallop, καλπασμού
  • finansować στα ελληνικά - χρηματοδοτώ, οικονομικά, Οικονομικών, χρηματοδότηση, χρηματοδότησης, Finance
  • gnić στα ελληνικά - παρακμή, αποσυνθέτω, σαπίζω, φθορά, παρακμάζω, σαπίλα, σήψης, ...
  • grafik στα ελληνικά - γραφικός, ΓΡΑΦΗΚΟΥ, γραφικό, γραφικών, γραφικά
Τυχαίες λέξεις
Szkliwo στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδαμαντίνη, εμαγιέ, σμάλτο, σμάλτου, αδαμαντίνης, σμάλτο των